Διπλάσιες ήταν τελικά οι παραιτήσεις στελεχών του Πολεμικού Ναυτικού το 2024 σε σχέση με το 2023, φτάνοντας τις 291, περισσότερες από κάθε άλλη φορά. Πρόκειται για ένα ακόμα «ρεκόρ», την ώρα μάλιστα που η κυβέρνηση και το ΥΠΕΘΑ «τρέχουν» την «Ατζέντα 2030» για τις Ένοπλες Δυνάμεις.Δεν είναι τυχαίο ότι το κύμα των παραιτήσεων κλιμακώνετ... Περισσότερα
ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 1944: 80 χρόνια από την κρίσιμη ταξική σύγκρουση
από Η Άλλη Άποψη
Ο Δεκέμβρης του 1944 αποτελούσε την προέκταση και την κατάληξη των συνθηκών διεξαγωγής της ταξικής πάλης στο τέλος της Κατοχής και τις μέρες της Απελευθέρωσης.
«Ήταν όμορφες κείνες οι μέρες. Δεν προφτάσαμε να τις χαρούμε», έγραφε χαρακτηριστικά ο Γ. Ρίτσος στις «Γειτονιές του κόσμου». Και πράγματι, ο εργαζόμενος λαός, μετά από 42 μήνες πρωτόγνωρων δεινών και θυσιών, είχε κάθε λόγο να χαίρεται έχοντας κατακτήσει την ελευθερία του με το όπλο στο χέρι.
Καθ' όλη αυτή την περίοδο, άλλωστε, οι εργατικές - λαϊκές δυνάμεις είχαν καταφέρει να εισέλθουν δυναμικά στο προσκήνιο της Ιστορίας, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια ριζική ανατροπή των προπολεμικών ταξικών πολιτικών συσχετισμών και την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας: Δίκαιης, φιλολαϊκής, απαλλαγμένης από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Ωστόσο, οι εργατικές - λαϊκές δυνάμεις -και πρώτα και κύρια η πολιτική τους πρωτοπορία, το ΚΚΕ- βρέθηκαν στρατηγικά απροετοίμαστες μπρος στην επαναστατική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί εκείνες τις μέρες της Απελευθέρωσης.
Απεναντίας, οι αστικές δυνάμεις, παρά την πολιτική τους αποδυνάμωση στις λαϊκές μάζες λόγω της στάσης τους στη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής, είχαν αρχίσει να προετοιμάζονται για «την επόμενη μέρα» από καιρό. Ακολούθως, ξεπερνώντας τις παλιές τους διαφωνίες (ανάμεσα σε βασιλικούς και βενιζελικούς, φιλογερμανούς και φιλοβρετανούς) ενώθηκαν σε συμμαχία με τον βρετανικό ιμπεριαλισμό σε έναν λυσσώδη ταξικό αγώνα ζωής και θανάτου προκειμένου να διαφυλάξουν την εξουσία τους.
Βασικό βήμα για αυτό μετά την Απελευθέρωση υπήρξε βεβαίως ο αφοπλισμός του λαϊκού κινήματος. Έτσι, στις 30 Νοέμβρη 1944 ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου και ο Βρετανός στρατηγός Ρ. Σκόμπι απαίτησαν τελεσιγραφικά τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής.
Παρά την προβληματική στρατηγική του, το ΚΚΕ αρνήθηκε να υποκύψει στους αστικούς εκβιασμούς. Την ίδια μέρα οι υπουργοί του ΕΑΜ παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ενώ ο ΕΛΑΣ τέθηκε σε επιφυλακή.
Από την άλλη μεριά, ο ταξικός αντίπαλος είχε ήδη αρχίσει να κινείται, με την Ορεινή Ταξιαρχία να ακροβολίζεται στους λόφους του Υμηττού, βρετανικές δυνάμεις να αποβιβάζονται στο Φάληρο και τον Ν. Ζέρβα να μεταβαίνει στην Ήπειρο, όπου βρισκόταν ο κύριος όγκος του ΕΔΕΣ. Στις 2 Δεκέμβρη το υπουργικό συμβούλιο - δίχως πλέον τους αντιπροσώπους του ΕΑΜ - υπέγραψε τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και κήρυξε γενική επιστράτευση.
Στις 3 Δεκέμβρη μια πραγματική λαοθάλασσα κατέκλυσε το Σύνταγμα σε διαμαρτυρία, ανταποκρινόμενη στο κάλεσμα του ΕΑΜ. Δυνάμεις της αστυνομίας υπό τον Α. Έβερτ άνοιξαν πυρ αιματοκυλίζοντας το άοπλο πλήθος: 21 νεκροί, 140 τραυματίες. Η δολοφονική επίθεση επαναλήφθηκε και την επόμενη μέρα, στην κηδεία των θυμάτων, με αποτέλεσμα τον θάνατο 40 και τον τραυματισμό 70 ακόμη αγωνιστών. Ο ΕΛΑΣ κινητοποιήθηκε για τον αφοπλισμό της αστυνομίας και της χωροφυλακής, μη προχωρώντας όμως σε αποφασιστικό χτύπημα των αστικών δυνάμεων στην πρωτεύουσα και αποφεύγοντας προσωρινά την εμπλοκή με τους Βρετανούς.
Οι αντίπαλες δυνάμεις
Στην αρχική φάση των μαχών σε Αθήνα και Πειραιά ο ΕΛΑΣ παρέταξε το Α' Σώμα Στρατού καθώς και τη 2η Μεραρχία (Αττικοβοιωτίας). Σύνολο: 10.350 μαχητές. Στην πορεία οι δυνάμεις αυτές ενισχύθηκαν με μονάδες του ΕΛΑΣ που κινητοποιήθηκαν από τις γύρω περιοχές ξεπερνώντας τις 16.000. Ο οπλισμός τους ήταν περιορισμένος, ελαφρύς και προερχόταν κυρίως από «λάφυρα» του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Οι αστικές δυνάμεις αποτελούνταν αρχικά από την Ορεινή Ταξιαρχία, τη Χωροφυλακή, την Αστυνομία Πόλεων, τα Τάγματα Εθνοφυλακής, την «Χ», τον ΕΔΕΣ Αθήνας και τους ταγματασφαλίτες που στρατωνίζονταν στου Γουδή. Σύνολο: 11.000 άνδρες. Σε αυτούς προστέθηκαν στη συνέχεια άλλοι 12.000 ταγματασφαλίτες (που η κυβέρνηση συγκέντρωσε στην πρωτεύουσα από διάφορα σημεία της χώρας και τους επανεξόπλισε) καθώς και σημαντικές βρετανικές δυνάμεις, που σταδιακά έφτασαν τους 60.000 άνδρες. Η αστική πλευρά διέθετε άφθονο και βαρύ οπλισμό, πυροβολικό, άρματα μάχης, αεροπορία και τη δύναμη πυρός του στόλου (Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1939-1949, Β1 Τόμος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 398-399).
Η εξέλιξη των μαχών
Παρά τις όποιες ταλαντεύσεις, το ένοπλο λαϊκό κίνημα εξουδετέρωσε γρήγορα όλες τις εστίες του ταξικού αντιπάλου, περιορίζοντάς τον στο κέντρο της Αθήνας και σε δύο σημεία στον Πειραιά (μέγαρο Βάττη και Σχολή Δοκίμων). Στη γοργή και σχεδόν καθολική αυτή επικράτηση του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ στην πρωτεύουσα συνέβαλε καταλυτικά η πολιτική, ηθική, αλλά και συχνά ενεργός, πολύμορφη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας των λαϊκών μαζών: «Νομίζει κανείς πως βράζει η γη. Ο ΕΛΑΣ, παρά τις μεγάλες απώλειες που έχει, από την πρώτη στιγμή πολεμάει με απερίγραπτη γενναιότητα (...). Στο μεταξύ, από τις ηρωικές συνοικίες μας ξεκινάει μια άλλη φάλαγγα, μια φάλαγγα χωρίς ντουφέκια και αυτόματα (...). Είν' ο Λαός που πάει να βοηθήσει τον μαχόμενο Στρατό του»(«6η Ακτίδα της ΚΟΑ του ΚΚΕ, Οι Ανατολικές Συνοικίες το Δεκέμβρη του 1944», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2014, σελ. 28.).
Από τις σημαντικότερες μάχες που έδωσε ο ΕΛΑΣ κατά τον Δεκέμβρη του 1944 ξεχώρισαν: Η συντριβή των Χιτών στο Θησείο (4/12). Η μάχη κατά του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη (από τις 6/12), που γλίτωσε μόνο χάρη στην επέμβαση των βρετανικών τανκς. Η μάχη της Καισαριανής (ξεκίνησε στις 6/12 και το μέτωπό της κράτησε 25 μέρες) - το «Στάλινγκραντ της Ελλάδας» όπως την χαρακτήρισε ο «Ριζοσπάστης» («Ριζοσπάστης», 7/12/1944).Η άλωση της Σχολής Ευελπίδων (11/12). Η νικηφόρα επίθεση κατά των βρετανικών εγκαταστάσεων στα «Παραπήγματα» (12/12). Η κατάληψη του Αρχηγείου της Βρετανικής Αεροπορίας στην Κηφισιά (19/12) κ.ά.
Απαράμιλλος υπήρξε ο ηρωισμός: Των μαχητών του λόχου Σπουδαστών «Λόρδος Βύρων» στη μάχη του Πολυτεχνείου (5-6/12) και των Εξαρχείων (1-2/1/1945). Της διμοιρίας των ανταρτοΕΠΟΝιτών, που με δυναμική έφοδο κατέλαβε τον άρτια οχυρωμένο και πολλαπλάσια υπερασπιζόμενο λόφο του Αράπη (12/12). Των 15 ΕΛΑΣιτών, που με επικεφαλής τον Καπετάνιο του Τάγματος Καισαριανής Ορέστη και τον Διοικητή του 3ου Λόχου Βουτυρά, πολέμησαν περικυκλωμένοι μέχρι την τελευταία σφαίρα (13/12). Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση, το πτώμα του Καπετάν Ορέστη είχε 50 χτυπήματα από μαχαίρι στο στήθος και το κεφάλι. Των 30 ΕΛΑΣιτών υπερασπιστών της Καστέλας, που έπεσαν όλοι μαχόμενοι επί ώρες σώμα με σώμα (16/12). Των ΕΛΑΣιτών υπερασπιστών του εργοστασίου «ΦΙΞ», που χρειάστηκε να εμβολιστεί με άρματα μάχης, για να καμφθεί η αντίστασή τους (17/12). Των ΕΛΑΣιτών μαχητών της Ομόνοιας, που προτίμησαν να θαφτούν στα χαλάσματα των βομβαρδισμών, παρά να παραδοθούν (2/1/1945). Τα παραδείγματα είναι πράγματι πολλά.
Δίπλα στον ένοπλο λαό στάθηκαν οι άοπλες λαϊκές μάζες, που ρίχτηκαν με αυτοθυσία και ηρωισμό στη μάχη των οδοφραγμάτων (μόνο στον Πειραιά στις 5-6 Δεκέμβρη υψώθηκαν σχεδόν 2.000 οδοφράγματα), στη στελέχωση των λαϊκών οργανώσεων, στη στήριξη των Λαϊκών Επιτροπών, των δικτύων - δομών Υγείας κ.λπ. Χιλιάδες τρόφιμα κ.ά. είδη πρώτης ανάγκης μοιράστηκαν στις εργατοσυνοικίες, εκατοντάδες συσσίτια οργανώθηκαν για τα παιδιά, τους απόρους, τους πρόσφυγες των βομβαρδισμών κ.λπ.
Τόσο στις λαϊκές μαζικές οργανώσεις όσο και στα μάχιμα τμήματα του ΕΛΑΣ διακρίθηκε τον Δεκέμβρη η νεολαία, καθώς και οι γυναίκες, που ήδη από την περίοδο της Κατοχής είχαν ενταχθεί μαζικά στο ΚΚΕ και στο ΕΑΜ - ΕΛΑΣ.
Ενδεικτικό της δυναμικής του ένοπλου λαϊκού κινήματος ήταν το γεγονός ότι οι Βρετανοί εξέταζαν σοβαρά ακόμη και το ενδεχόμενο αποχώρησης των δυνάμεών τους από την Αθήνα, μέχρι τουλάχιστον να συγκεντρωθούν οι ενισχύσεις που απαιτούνταν για την επικράτησή τους επί του ΕΛΑΣ. Ο Σκόμπι παρουσίασε τα παραπάνω στο πολεμικό συμβούλιο που συνήλθε στις 11/12 με τη συμμετοχή και του Διοικητή της Ορεινής Ταξιαρχίας Θρ. Τσακαλώτου, ο οποίος αντέδρασε έντονα. Έντονα όμως αντέδρασε και το Λονδίνο, που διέταξε τον Σκόμπι να κρατήσει πάση θυσία τις θέσεις του μέχρι να καταφθάσουν οι ενισχύσεις που ήδη ήταν καθ' οδόν. Η απόσπαση βρετανικών στρατευμάτων από το μέτωπο της Ιταλίας (κατά των Γερμανών) στο μέτωπο της Αθήνας (κατά του ένοπλου λαϊκού κινήματος) είναι χαρακτηριστική των προτεραιοτήτων των αστικών δυνάμεων (εγχώριων και διεθνών), καθώς ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος έβαινε προς το τέλος του. Όμως είναι και ένα από τα πολλά χαρακτηριστικά παραδείγματα ότι το κυρίαρχο στοιχείο και μέσα στους κόλπους των «συμμαχικών δυνάμεων» που πολεμούσαν κατά του φασιστικού Άξονα ήταν η ταξική σύγκρουση και όχι η αντιφασιστική πάλη.
Από τις 20 Δεκέμβρη η πλάστιγγα της σύγκρουσης άρχισε να γέρνει σαφώς προς την πλευρά των αστικών δυνάμεων, με τον ΕΛΑΣ να περνά κυρίως σε θέσεις άμυνας. Ταυτόχρονα, στις περιοχές που καταλαμβάνονταν από τον ταξικό αντίπαλο, εκατοντάδες άνθρωποι συλλαμβάνονταν, φυλακίζονταν, κλείνονταν σε στρατόπεδα, βασανίζονταν, μόνο και με την υποψία της συνεργασίας τους με το ΚΚΕ και το ΕΑΜ. Η πείνα αποτέλεσε επίσης βασικό όπλο των αστικών δυνάμεων: Ήδη από τις 4/12 η UNRRA είχε διακόψει τη διανομή τροφίμων στην πρωτεύουσα, ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός παρεμποδιζόταν, ενώ βρετανικά αεροπλάνα στόχευαν σκοπίμως τα συσσίτια των Λαϊκών Επιτροπών.
Στις 25 Δεκέμβρη κατέφθασε στην Αθήνα ο ίδιος ο Βρετανός πρωθυπουργός Ου. Τσόρτσιλ και στις 26-27 πραγματοποιήθηκε διάσκεψη στο υπουργείο Εξωτερικών με τη συμμετοχή εκπροσώπων του αστικού πολιτικού συστήματος και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ. Όταν ο Γ. Σιάντος ρώτησε τον προεδρεύοντα Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό για το αντικείμενο της διάσκεψης, εκείνος του είπε:«Για να παραδώσετε τα όπλα». Για να λάβει την απάντηση: «Αν μας καλέσατε γι' αυτό, ελάτε να τα πάρετε. Νέο Λίβανο δεν πρόκειται να 'χουμε» (Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1939-1949, Β1 Τόμος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 413). Η διάσκεψη έληξε χωρίς αποτέλεσμα και οι μάχες συνεχίστηκαν.
Τα μεσάνυχτα της 4ης προς 5 Γενάρη, η ΚΕ του ΕΛΑΣ, αξιολογώντας τις εξελίξεις στα πεδία των μαχών (τη συντριπτική υπεροπλία του αντιπάλου, τη μη δυνατότητα άμεσης ενίσχυσης του ΕΛΑΣ και τον κίνδυνο υπερφαλάγγισης των δυνάμεών του στην πρωτεύουσα), εξέδωσε διαταγή για γενική σύμπτυξη προς Πεντέλη - Πάρνηθα. Η σύμπτυξη του ΕΛΑΣ πραγματοποιήθηκε καθ' όλη τη διάρκεια της νύχτας έως το πρωί, με απόλυτη πειθαρχία και συνοχή. Χιλιάδες άοπλοι πολίτες, μέλη των μαζικών λαϊκών οργανώσεων, του ΕΑΜ και του ΚΚΕ ακολούθησαν τον ΕΛΑΣ σε αυτή την πορεία. Στις 11 Γενάρη υπογράφτηκε ανακωχή, σύμφωνα με την οποία ο ΕΛΑΣ υποχρεωνόταν να αποσυρθεί από την Αττική και μια σειρά άλλες περιοχές.
Επίλογος
Η ένοπλη ταξική σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944 υπήρξε μια αντικειμενική και αναπόφευκτη, κρίσιμη και κορυφαία έκφραση της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας, σε συνθήκες όπου εκ των πραγμάτων είχε τεθεί επί τάπητος το «ποιος - ποιον», δηλαδή το ποια τάξη θα καταλάμβανε την εξουσία.
Στην αρνητική έκβαση της σύγκρουσης συντέλεσαν μια σειρά παράγοντες σε στρατιωτικό επίπεδο, όπως η μη έγκαιρη συγκέντρωση δυνάμεων στην πρωτεύουσα (το επίκεντρο των μαχών), η μη γενίκευση των μαχών στην υπόλοιπη Ελλάδα, η καθυστερημένη εμπλοκή με τα βρετανικά στρατεύματα, η αξιοποίηση των κύριων και πλέον αξιόμαχων μονάδων του ΕΛΑΣ σε «δευτερεύοντες» στόχους (εναντίον του Ζέρβα στην Ήπειρο) κ.ά. Τα βαθύτερα όμως αίτια της αρνητικής έκβασης της σύγκρουσης (που είχαν αντανάκλαση και σε στρατιωτικό επίπεδο) είχαν τις ρίζες τους στη στρατηγική του Κόμματος περί «εθνικής ενότητας» και «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης». Έτσι, η μάχη του Δεκέμβρη έλαβε τον χαρακτήρα της άμυνας απέναντι στην αστική επιθετικότητα, της πίεσης για έναν «έντιμο συμβιβασμό» και όχι της πάλης για την εργατική εξουσία, σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης. Η ολέθρια γραμμή της αντιφασιστικής εθνικής ενότητας είχε οδηγήσει στις Συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, καθώς και στη συμμετοχή του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην κυβέρνηση Παπανδρέου. Αυτές οι εξελίξεις προδιέγραψαν και την έκβαση του ηρωικού Δεκέμβρη 1944.
Παρ' όλα αυτά, η στάση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να μην υποχωρήσουν στην αξίωση της ντόπιας αστικής τάξης και των διεθνών συμμάχων της για αφοπλισμό του λαϊκού κινήματος ήταν σωστή και επιβεβλημένη. Μια τέτοια υποχώρηση θα σήμαινε την απόλυτη πολιτική και ηθική απαξίωση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, ενώ θα τσάκιζε το εργατικό - λαϊκό κίνημα. Τουναντίον, η ενεργός, ένοπλη απάντηση στους αστικούς εκβιασμούς έδειξε πως το ΚΚΕ και το εργατικό - λαϊκό κίνημα διέθεταν ταξικά αντανακλαστικά και εφεδρείες, επιλέγοντας τα όπλα και όχι τις αλυσίδες, τόσο τον Δεκέμβρη του 1944, όσο και αργότερα, κατά την τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Άρθρο τουΑναστάση Γκίκα, μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ