Μυστικές συνεννοήσεις περίπου τριών εβδομάδων βρίσκονταν πίσω από τη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών με τον Τούρκο ομόλογό του στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με όσα διαρρέει το υπουργείο. Δεν θέλουμε βέβαια να πιστέψουμε ότι τόσες μέρες έψαχναν τα προγράμματά τους για να βρουν κενό στην ατζέντα. Πόσο μάλλον που δεν πρόκειται για την πρώτη τ... Περισσότερα
Ένα ακόμη “Πάρκο Νίκης” πεθαίνει
από Η Άλλη Άποψη
Η περιοχή του σημερινού Πάρκου Νίκης στην Pārdaugavā σημαντική ως μνημειακός χώρος από πάντα στην πρωτεύουσα της Λετονίας, με πλούσια ιστορία σε πολεοδομικό σχεδιασμό και εθνικές παραδόσεις επενδύεται με 3,8 εκατομμύρια ευρώ για ανακαινίσεις, που –ακόμη και οι ίδιοι θεωρούν «αμφισβητήσιμες και μονόπλευρες πολιτικά».
Μια μακρά ιστορία
Αρχικά, το 1910, το νεοσύστατο πάρκο της πόλης ήταν αφιερωμένο στον Πέτρο Α’ ‑200 χρόνια από τότε που η Ρίγα περιλήφθηκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία και μετονομάστηκε σε Πάρκο Νίκης αφιερωμένο στον αγώνα για την απελευθέρωση της Λετονίας και μετά τον 2οΠαγκόσμιο Πόλεμο στον αγώνα κατά του ναζισμού. Μετά τις ανατροπές στο σοσιαλιστικό οικοδόμημα (και εποικοδόμημα) και την «ανεξαρτησία» της χώρας, το πάρκο εξακολουθεί να αναζητά την ταυτότητά του, με 10άδες έργα, που κανένα δεν έχει ολοκληρωθεί και με το λαό να έχει πληρώσει το «μάρμαρο» εκατοντάδων εκατομμυρίων €.
Τον 17οαιώνα υπήρχαν μεγάλες λιβαδικές εκτάσεις, με απαγόρευση κτισμάτων και τον 19οεπιτρεπόταν μόνο η κοπή χόρτου και άλλες δραστηριότητες ήταν εντελώς απαγορευμένες και μόνο το 1908, ο δήμαρχος της Ρίγας, κατάφερε να άρει την απαγόρευση από το ρωσικό Υπουργείο Πολέμου και Εσωτερικών.
Ο Georg Kufalt (Γκέοργκ Κούφαλντ — σημαντικός Γερμανός αρχιτέκτονας τοπίου, κηπουρός και δενδρολόγος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, που 27 ετών, προήχθη διευθυντής των κήπων και πάρκων της πόλης στη Ρίγα), που ήδη εργάζεται στο έργο Ķeizarmeža, πρότεινε την κατασκευή ενός πάρκου –εννοείται κλειστό στο λαό ‑στην οδό Kobronskanši και στο υπόλοιπο τμήμα εξοχικές κατοικίες για τους αριστοκράτες. Προετοίμασε το έργο κατασκευής πάρκου. Εκεί που ήταν φτωχό το έδαφος, σχεδιάστηκαν μονοπάτια για περπάτημα και ιππασία, φαρδείς τεχνητοί χλοοτάπητες και δέντρα, καθώς και γήπεδα μέχρι και παιδικές χαρές στην άκρη υδάτινων επιφανειών για τα πλουσιόπαιδα. Η προγραμματισμένη έκταση του πάρκου ήταν 520,25 στρέμματα.
Στην περιοχή, όπου οι συνθήκες του εδάφους ήταν κατάλληλες για κατασκευή, σχεδιάστηκαν τετράγωνα εξοχικών κατοικιών, έτσι ώστε, όπως και στο Mežapark, με την πώληση των οικοπέδων να εξασφαλιστούν κεφάλαια για τη δημιουργία του πάρκου. Το έργο περιλάμβανε φαρδιές λεωφόρους με τέσσερις σειρές δέντρων και πλακόστρωτο οδόστρωμα, ξεχωριστές λωρίδες για πεζούς, ιππείς και ποδηλατόδρομους. Γύρω από το πάρκο σχεδιάστηκε ένας περιφερειακός δρόμος με μια λεωφόρο δύο σειρών δέντρων
Το δημοτικό συμβούλιο αποδέχθηκε το έργο στις 30-Νοε-1909 ως «αφιερωμένο στην 200ήεπέτειο από την προσάρτηση της Ρίγας και του Βιτζέμε στη Ρωσία(σσ. μία από τις τέσσερις ιστορικές και πολιτιστικές περιοχές της Λετονίας ‑κυριολεκτικά σημαίνει «η Μέση Γη» και βρίσκεται ΒΑ, βόρεια του ποταμού Νταουγκάβα ‑εμβαδόν: 25.683 km²) γι’ αυτό και ονομάστηκε Πάρκο του Πέτρου. 400 χιλιάδες ρούβλια και έσοδα από τα οικόπεδα προς πώληση διατέθηκαν σε πρώτη φάση στο έργο.
Επρόκειτο για φαραωνικό έργο της εποχής, μια και οι αριστοκράτες της αστικής τάξης έλυναν κι έδεναν με τον καταδικασμένο στην πείνα λαό να πληρώνει δυσβάσταχτους φόρους. Αφού εγκρίθηκε σαν έργο, ξεκίνησε η κατασκευή του πάρκου, αφαιρέθηκε το μαύρο χώμα στα χαμηλότερα σημεία, γέμισε με άμμο Daugava και στη συνέχεια καλύφθηκε ξανά με γόνιμο χώμα…1,5 εκατομμύριο κυβικά μέτρα άμμου αποστραγγίστηκαν από το Daugava.
Το 1915, μια λεωφόρος με ολλανδικές φλαμουριές φυτεύτηκε κατά μήκος της σημερινής λεωφόρου Uzvaras, εγκαταστάθηκαν παιδικές χαρές και τα αθλητικά γήπεδα, κατασκευάστηκε στίβος για να διατηρούνται σε φόρμα οι πλούσιοι
“Ευγενής Λετονικός λαός”
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι εργασίες στο πάρκο σταμάτησαν και η επικράτειά του καταλήφθηκε από οικογενειακούς κήπους. Στη 10ετία του 1920 ‑το 1923, το πάρκο μετονομάστηκε σε Πάρκο Νίκης “σε ανάμνηση της απελευθέρωσης της Λετονίας” (σσ. από τη Ρωσική αυτοκρατορία –είχε στο μεταξύ πραγματοποιηθεί η επανάσταση των μπολσεβίκων) και το 1930, υπό την ηγεσία του διευθυντή της Αρχής Πάρκων της Ρίγας, Andrejs Zeidaks, άρχισε η βελτίωση του. Δημιουργήθηκε μια μεγάλη πλατεία για στρατιωτικές παρελάσεις και λαϊκά φεστιβάλ, τα οποία μέχρι τότε πραγματοποιούνταν στο κέντρο της πόλης — την Esplanade.
Η αποκατάσταση του συζητήθηκε δημόσια το 1936, με μεγάλες φανφάρες ως συνώνυμο της εθνικής ενότητας. Πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη εκστρατεία συγκέντρωσης κεφαλαίων, έγιναν δωρεές, παράλληλα με την μεγαλύτερη εθνική λαχειοφόρο μέχρι τότε στη Λετονία. Η τιμή ενός λαχνού ήταν πέντε λατ και το συνολικό ποσό που συγκεντρώθηκε από τον κόσμο ήταν 1.250.000λατ (σε σημερινές τιμές 1,42€ = LVL).
Παραθέτουμε απόσπασμα από το τεύχος 30 Μαΐου 1936 των Jaunāko Ziņu (Τελευταίων Ειδήσεων): «Η μεγάλη πρόταση για την κατασκευή και τη χρηματοδότηση του Πάρκου Νίκης θα είναι η καλύτερη μαρτυρία για την ενότητα του λαού. Θα αρχίσουμε να δουλεύουμε ενωμένοι: αγρότες και κάτοικοι της πόλης, όλοι οι εργαζόμενοι, και μάρτυρας αυτής της ακλόνητης ενότητας για γενιές, η υπόσχεση για το μελλοντικό μας έργο θα είναι το Πάρκο Νίκης. Θα είναι ο μεγαλύτερη κάθαρση που έχει βιώσει ποτέ το λετονικό έθνος, όπου ο κόσμος θα χαρεί με τραγούδια και ζητωκραυγές, ελεύθερος και ενωμένος. Θα είμαστε περήφανοι για το έργο μας και τη μνήμη του πάρκου. Στο Uzvaras parka, μετά την ολοκλήρωση του οποίου θα διεξαχθούν εκεί οι μεγαλύτερες εκδηλώσεις, θα γράψουμε με σιγουριά τις λέξεις – “χτίστηκε από τον λετονικό λαό”».
Η κατασκευή του στα μέσα της δεκαετίας του ’30 μιλούσε για κάτι μυθικό και ευγενές — αν και το ίδιο το πάρκο δεν είχε ακόμη δημιουργηθεί: οι άνθρωποι μιλούσαν ήδη για την επιρροή του στο μέλλον τους και το συμβολισμό του ως «νέα μεγάλη εποχή».
Γήπεδο, Φεστιβάλ Τραγουδιού, παρελάσεις
Κοινός σε όλα τα έργα ήταν ο κεντρικός άξονας του πάρκου — η τότε πλωτή γέφυρα (τώρα πέτρινη) σχεδιάστηκε επίσης ένα στάδιο η πλατείας Φεστιβάλ Τραγουδιού και η Πλατεία Παρέλασης (του στρατού).
Το 1936, η επιτροπή για την κατασκευή της Πλατείας Νίκης, με επίσημα επικεφαλής τον ίδιο τον Kārlis Ulmanis, ανακοίνωσε διαγωνισμό εθνικής κλίμακας για τη δημιουργία της πλατείας: «Το έργο της Πλατείας Νίκης πρέπει να εκφράζεται ξεκάθαρα και ευδιάκριτα στις ιδέες του έργου. — να είναι μια μνημειώδης τεκμηρίωση της ανανεωμένης ευημερίας της Λετονίας». Το καλοκαίρι του 1938 πραγματοποιήθηκε εκεί το 9ο φεστιβάλ λετονικού τραγουδιού
Το μεγάλο πρόγραμμα κατασκευής της Πλατείας Νίκης περιελάμβανε τη δημιουργία εορταστικού χώρου για παρελάσεις στρατού και το Φεστιβάλ Τραγουδιού, που θα μπορούσε να φιλοξενήσει περίπου 200.000 συμμετέχοντες, το Κεντρικό Στάδιο 2.500 θέσεων, την εγκατάσταση ξεχωριστών γηπέδων παιχνιδιού και εκπαίδευσης, καθώς και «την κατασκευή ενός συμβολικά σημαντικού μνημείου», ενός palais de sport αθλητικών συναντήσεων, ενώ συνδύασε την εκπροσώπηση της χώρας με τη δημιουργία ενός συγκροτήματος δημόσιων κτιρίων και μεμονωμένων αθλητικών εγκαταστάσεων. Ο διαγωνισμός του έργου έληξε στις 30 Δεκεμβρίου 1938.
Από τα 44 έργα που υποβλήθηκαν, η κριτική επιτροπή επέλεξε το έργο των αρχιτεκτόνων Fridrich Skujiņas και Georg Daugas. Μέχρι τον Ιανουάριο του 1940, είχαν συγκεντρωθεί περισσότερα από οκτώ εκατομμύρια λάτ για τη δημιουργία της Πλατείας Νίκης με τη βοήθεια δωρεών και λαχείου, αλλά τα σχέδια σταμάτησαν από τον πόλεμο.
Μετά το τέλος του 2ουΠαγκοσμίου Πολέμου, στις 3 Φεβρουαρίου 1946, επτά καταδικασμένοι αξιωματικοί του γερμανικού στρατού εκτελέστηκαν με απαγχονισμό ‑ανάμεσά τους ήταν ο Φρίντριχ Τζέκελν, διοικητής των SS στο Όστλαντ.
Το 1961, η επιτροπή Ρίγας του ΚΚ πήρε απόφαση για τη δημιουργία του XXII συνεδριακού πάρκου του ΚΚΣΕ. Και το 1963, οι αρχιτέκτονες V. Dorofejevs και E. Fogelis του ινστιτούτου σχεδιασμού Pilsētprojekts ανέπτυξαν ένα νέο έργο λαϊκού πλέον πάρκου, για ενεργό αναψυχή — σχεδιάστηκε ένας μεγάλος αθλητικός τομέας, παιδικά αθλήματα και παιδικές χαρές, καφετέριες, σκηνές, κινηματογράφοι, αίθουσες συναυλιών, περίπτερα χορού κ.λπ. με πρωτοποριακές τεχνικές σύνθεσης κήπου τοπίου — φαρδιούς χλοοτάπητες με ομάδες δέντρων και θάμνων στις άκρες τους, βραχόκηπους, τις σημύδες σε διάφορα σημεία του πάρκου να χρησιμεύουν ως το ενοποιητικό μοτίβο του τοπίου και πολυετείς φυτείες να ενώνουν τις ομάδες δέντρων και θάμνων.
Η εκτεταμένη αποκατάσταση ξεκίνησε το 1963 και συνεχίστηκε το 1966 όταν δημιουργήθηκαν και ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι με πολύ νέο πράσινο, ενώ το 1973 κατασκευάστηκαν κατασκηνώσεις, πάρκα κυκλοφοριακής αγωγής για παιδιά …και μια πίστα καρτ..
Το επίμαχο Μνημείο
Στην 40ήεπέτειο από το τέλος του 2ουΠαγκοσμίου Πολέμου, το 1985, ένα αλληγορικό μνημείο — εγκαταστάθηκε στο Πάρκο Νίκης. Στο κέντρο του βρίσκεται ένας οβελίσκος ύψους 79 μέτρων, που σχηματίζεται από πέντε όψεις διαφορετικού ύψους και στέφεται από πεντάκτινα αστέρια, συμβολίζοντας τα πέντε χρόνια πολέμου και τον χαιρετισμό νίκης. Στη βάση του οβελίσκου είναι χαραγμένα τα έτη 1941–1945, ενώ μια ομάδα χάλκινων στρατιωτών εκφράζει τη χαρά της για τη νίκη και η αλληγορία μιας γυναίκας ντυμένης με έναν κυματιστό μανδύα παρόμοιο με τη θεά της νίκης, ερμηνεύεται ως Πατρίδα.
Δημιουργοί οι γλύπτες L.Bukovskis, A.Gulbis, L.Kristovskis, οι αρχιτέκτονες E.Bāliņš, E.Vecumnieks, V.Zilgalvis, ο σχεδιαστής A.Bugajevs, οι μηχανικοί-κατασκευαστές G.Beitiņš, H.Lācis.
Η επίσημη ονομασία του «Μνημείο των Στρατιωτών του Σοβιετικού Στρατού — Απελευθερωτή της Σοβιετικής Λετονίας και της Ρίγας από τους Γερμανούς στους φασίστες εισβολείς». Ταυτόχρονα με τα αποκαλυπτήρια του μνημείου ανανεώθηκε η ονομασία Πάρκο Νίκης. Η εναλλακτική ιδέα του γλύπτη Aivars Gulbja — να δημιουργήσει μια ανθρώπινη εικόνα μιας μητέρας με ένα παιδί στην αγκαλιά της — δεν υλοποιήθηκε.
Οι ανατροπές
Στις αρχές της 10ετίας του 1990, με την καπιταλιστική παλινόρθωση στις σοσιαλιστικές χώρες, ακούστηκαν οι πρώτε «φωνές» πως «η κοινωνία θεωρεί ότι το Μνημείο της Νίκης έχει χάσει τη σημασία του και σταδιακά μετατρέπεται σε ένα από τα κειμήλια της σοβιετικής εποχής» ‑ήρθε και η πρόταση του εξόριστου Λεττονού αρχιτέκτονα Raimonds Slaidiņš για την ανακατασκευή του, «δημιουργώντας εδώ ένα μνημείο της σοβιετικής κατοχής» που δεν υλοποιήθηκε για οικονομικούς λόγους.
Η προσπάθεια των μελών της παραφασιστικής οργάνωσης Pērkoņkrusts να ανατινάξουν τον οβελίσκο (2 φορές Μάρτη και Ιούνη του 1997) δεν είχε αποτέλεσμα, ενώ η πρόταση για κατεδάφιση του μνημείου απορρίφθηκε, καθώς θα έρχονταν σε αντίθεση με τη συμφωνία του 1994 μεταξύ Λετονίας και Ρωσικής Ομοσπονδίας για την προστασία των στρατιωτικών μνημείων και των τόπων μαζικής ταφής και άρχισαν οι συζητήσεις για τις δυνατότητες μετακίνησης του.
Μερικοί από τους δημιουργούς του — ο αρχιτέκτονας Viktors Zilgalvis, ο καλλιτέχνης Aleksandrs Bugajevs και ο γλύπτης Leonids Kristovskis — πρότειναν τη μετατροπή του σε μνημείο του αντιφασιστικού συνασπισμού, άλλοι — ο αρχιτέκτονας Edvīns Vecumnieks και ο πολιτικός μηχανικός Henrijs Lācis — το απέρριψαν και ζητούσαν την τοποθέτηση μιας ενημερωτικής πλάκας κοντά, που θα εξηγούσε «το πλαίσιο της σοβιετικής κατοχής» (;;) ενώ ο γλύπτης Aivars Gulbis αντιτάχθηκε κατηγορηματικά σε οποιαδήποτε τροποποίηση του.
Μοντέλο “πολεοδομικού σχεδιασμού”
Το θέμα του Πάρκου Νίκης γίνεται άβολο …το 2002, με κινητοποιήσεις απέτρεψαν προσπάθειες ιδιωτών επενδυτών (με την υποστήριξη του ΔΣ της Ρίγας) «να σχεδιάσουν τη Νέα Ρίγα με κέντρα αναψυχής, εμπορίου και πολυλειτουργικών κέντρων» στο Πάρκο, ενώ στο πρόγραμμα «Ρίγα 2006–2018» προτάθηκε η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος σε «πράσινη περιοχή με κτίρια», ανοίγοντας το δρόμο για οικοπεδοποίηση και «άγνωστες» κατασκευές. (…) Οι συζητήσεις για το μέλλον του Μνημείου της Νίκης συνεχίζονται…Το 2019, έριξαν την ιδέα να μετονομαστεί, να αποσυναρμολογηθεί ή να δημιουργηθεί μουσείο.
Πηγές:
Dāvidsone, Riga gardens and parks, Riga, Liesma, 1988. Kruks, Σημειωτισμός της πόλης: πολιτική τελετουργία και καλλιτεχνική συγκυρία στην κατασκευή μνημείων στη Σοβιετική Λετονία, Letonica αρ. 18, 2008. Lejnieks, Riga, kuras nav, Riga, Zinātne, 1998. Muižnieks και V. Zelče (επιμ.). Η πολεμική μνήμη. 16 Μαρτίου και 9 Μαΐου, Ρίγα, Zinātne, 2011. περιοδικά.lv