Μετά τις ανακοινώσεις του αρμόδιου υπουργού ότι θα υπάρξουν αυξήσεις στην τιμή του νερού, βγήκε ο πρωθυπουργός να ...καθησυχάσει: «Δεν πάμε για αυξήσεις στο νερό. Είναι και θα είναι φτηνό». Πέρα από το προφανές ψέμα, αφού αυτά που ανακοινώθηκαν παραπέμπουν σε αυξήσεις, ο ισχυρισμός ότι το νερό είναι φτηνό, είναι κυριολεκτικά για γέλια.... Περισσότερα
ΕΛΜΕ Ημαθίας : Πολυνομοσχέδιο ΥΠΑΙΘ: Το Δημόσιο Σχολείο και οι εκπαιδευτικοί στο στόχαστρο της κυβέρνησης
από Η Άλλη Άποψη
Στις 28 Ιουνίου το ΥΠΑΙΘ παρουσίασε σε μια φιέστα - πρόκληση
χωρίς προηγούμενο, με την προσωπική συμμετοχή του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη
τους άξονες του νομοσχεδίου για την εκπαίδευση. Προχώρησε σε αυτή την
παρουσίαση με μια πρωτοφανή επιχείρηση εξαπάτησης των λαϊκών οικογενειών και
των παιδιών τους εν μέσω καλοκαιριού και με την χώρα να μην έχει υπερκεράσει
ακόμη την πανδημία, με προπαγανδιστικό ντεκόρ ένα δημόσιο σχολείο, το 1ο ΓΕΛ –
1ο Γυμνάσιο Αγ. Δημητρίου «Τάκης Ζενέτος» και προσκεκλημένους επιλεγμένους(!)
εκπαιδευτικούς και μαθητές. Παρόλα αυτά δεν μπόρεσε να καλύψει τις φωνές από τη
διαμαρτυρία που πραγματοποιούνταν την ίδια ώρα “εκτός σκηνοθεσίας”.
Μετά από
λίγες ημέρες κατέθεσε στη διαβούλευση ολόκληρο το νομοσχέδιο, οπότε αποδείχθηκε
με τον πλέον εμφατικό τρόπο πως πρόκειται για νομοθέτημα καρμανιόλα για τη
δημόσια εκπαίδευση και την εργασία των λειτουργών της!!! Δεν είναι τυχαίο που η
κατάθεση του νομοσχεδίου «γίνεται σκόπιμα» στο μέσον του καλοκαιριού, αφού έτσι
θα περάσει «στα μαλακά», με τα σχολεία κλειστά.
Οι εξαγγελίες του ΥΠΑΙΘ δεν
εκπλήσσουν κανέναν. Αντίθετα μάλιστα η πολιτική ηγεσία προωθεί κατά γράμμα όλη
την αντιεκπαιδευτική νεοφιλελεύθερη ατζέντα της κυβέρνησης της ΝΔ, όπως
εκφράζεται και από την έκθεση Πισσαρίδη. Με το νέο ν/σ η κυβέρνηση συνεχίζει
και ολοκληρώνει τη βαθιά αντιδραστική – αντιεκπαιδευτική τομή που ξεκίνησε με
την επιβολή του περίφημου – πλέον – ν.4692/2020. Προχωρώντας πολλά βήματα
παραπέρα, η κυβέρνηση φέρνει ένα νέο σχέδιο νόμου που χτυπά ακόμα πιο σκληρά το
Δημόσιο Σχολείο και μαζί μ’ αυτό τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών, ιδιαίτερα
των λαϊκών οικογενειών, καθώς και τις εργασιακές κατακτήσεις των εκπαιδευτικών.
Σύμφωνα λοιπόν με τους άξονες που παρουσίασε η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ προωθούνται:
1
Η αυτονομία της σχολικής μονάδας
2 Η ατομική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και
του έργου του
3 Αλλαγές στις δομές της εκπαίδευσης και νέες κρίσεις στελεχών
4
Παρεμβάσεις στην εκκλησιαστική εκπαίδευση
Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με την
αυτονομία της σχολικής μονάδας η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, φέρνοντας ως επιχείρημα τους
λεγόμενους «βαθμούς ελευθερίας των σχολείων» στους οποίους μάλιστα «υστερεί» η
χώρα σε σχέση με την υπόλοιπη ΕΕ, προωθεί σειρά ανατροπών και αντιδραστικών
τομών και αποτελεί ευφημισμό για να δηλώσει την απαγκίστρωση του δημόσιου
σχολείου από τις δημόσιες δαπάνες:
Θεσπίζει το «πολλαπλό βιβλίο», για τα Δημοτικά
και τα Γυμνάσια σε πρώτη φάση,·
χτυπώντας έτσι τον ενιαίο χαρακτήρα των αναλυτικών προγραμμάτων και της Βέροια
15/7/2021 Αρ. Πρωτ. 1101 διδασκαλίας. Με δεδομένο πως το εκπαιδευτικό μας
σύστημα κινείται γύρω από τις εξετάσεις, κάτι που γίνεται εντονότερο με το
συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η διδασκαλία του ίδιου μαθήματος σε διαφορετικά
τμήματα από άλλο βιβλίο θα έχει ως αποτέλεσμα αυξημένες απαιτήσεις στις
εξετάσεις και μεγαλύτερο άγχος για τους μαθητές. Αν αυτό συνδυαστεί και με την
ανεστραμμένη τάξη, που όπως εξήγησε η υπουργός, συνιστά την προετοιμασία στη
θεωρία του επόμενου μαθήματος, από το μαθητή, στο σπίτι και την πραγματοποίηση
ασκήσεων και εφαρμογών στη σχολική αίθουσα, καταλαβαίνει κανείς πως
δημιουργείται ένα ασφυκτικό και εντατικοποιημένο περιβάλλον για τους μαθητές
που θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο την προσφυγή στα φροντιστήρια και την ένταση
των κοινωνικών ανισοτήτων στο σχολείο. Αναμένεται επίσης, το “πολλαπλό βιβλίο”
να αποτελέσει πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ των σχολείων και να γίνει ακόμη ένα
εργαλείο κατηγοριοποίησης τους.
Στα
πλαίσια της αυτονομίας ανοίγει και το δρόμο για την εμπορευματική αξιοποίηση
των· σχολικών εγκαταστάσεων
από ιδιώτες, για να συμπληρώνουν τα έσοδά τους τα σχολεία(!) Η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ
έρχεται να φορτώσει νέα βάρη και αρμοδιότητες στις πλάτες των εκπαιδευτικών και
των ήδη επιβαρυμένων καθηκόντων τους, στα πλαίσια πάντα της «ελευθερίας της
σχολικής μονάδας». Η κυβέρνηση με την εισαγωγή στο νομοσχέδιο διατάξεων περί
χορηγιών, «δωρεών» και «εσόδων» αποδεικνύεται ότι εννοούσε το Υπουργείο
Παιδείας και η πολιτεία να απεγκλωβιστεί από τον «βραχνά» της υποχρέωσης για
παροχή δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης στους μαθητές.
Όσο κι αν ορκίζεται η κυβέρνηση ότι η
«αυτονομία» δεν σχετίζεται με τους διορισμούς· και τα
εργασιακά των εκπαιδευτικών, δεν πείθει. Η μέχρι τώρα πειθάρχηση στις εκθέσεις
του ΟΟΣΑ μας προϊδεάζει ακριβώς για το αντίθετο. Απώτερος στόχος είναι η
μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην τοπική αυτοδιοίκηση, τοπικές προσλήψεις και
ανταγωνισμό μεταξύ των σχολείων για τη διεκδίκηση μαθητικού πληθυσμού σε
συνδυασμό με την εξεύρεση πόρων μέσω χορηγιών με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Ο σύλλογος διδασκόντων/ διδασκουσών επί της
ουσίας δεν υφίσταται πλέον ως το· κυρίαρχο
όργανο, αφού πια δεν έχει αποφασιστικό ρόλο παρά για επουσιώδη ζητήματα. Μια
σειρά από εξουσίες εκχωρούνται στον διευθυντή, που μπορεί να αποφασίζει μόνος
για πλήθος ζητημάτων όπως α) να ορίζει χωρίς κριτήρια υποδιευθυντή, ενδοσχολικό
συντονιστή και μέντορα, μονοπρόσωπα όργανα εντός της σχολικής μονάδας, β) τη
δημιουργία εκπαιδευτικών ομίλων, χωρίς ένταξή τους στο διδακτικό ωράριο του
εκπαιδευτικού (εν αντιθέσει με τα Πρότυπα, Πειραματικά και Εκκλησιαστικά) ή
υπερωριακή αμοιβή, ενώ συνεκτιμώνται στην αξιολόγηση, γ) την πραγματοποίηση
ενδοσχολικής επιμόρφωσης, επίσης εκτός ωραρίου και κατ’ επίφαση προαιρετική,
αφού και αυτή θα συνυπολογίζεται στην ατομική αξιολόγηση, την οποία και πάλι
αποφασίζει ο διευθυντής και ως προς την θεματολογία και ως προς τον φορέα
υλοποίησής της, δ) ακόμα και την επιβολή έγγραφης ποινής επίπληξης.
Σε κανένα σημείο του νομοσχεδίου δεν
προβλέπεται ή διασφαλίζεται η άποψη των·
εκπαιδευτικών για παιδαγωγικά και άλλα ζητήματα που αφορούν στη σχολική μονάδα.
Ούτε καν στα σχολικά συμβούλια. Σε αυτά δε συμμετέχει πλέον ο σύλλογος
διδασκόντων παρά μόνο τρεις εκπαιδευτικοί. Δε συμμετέχει ούτε ο Σύλλογος Γονέων
και Κηδεμόνων στο σύνολό του, και αντί τριών μαθητών με δικαίωμα ψήφου, όπως
ισχύει μέχρι σήμερα, θα συμμετέχει πλέον μόνον ένας, χωρίς αυτό το δικαίωμα.
Αντ’ αυτού, θα συμμετέχουν πλέον δύο αντιπρόσωποι του δήμου και μάλιστα ο ένας
με θέση αντιπροέδρου.
Μέσα στα νέα
καθήκοντα του διευθυντή είναι να αποφασίζει για συνεργασία του· σχολείου με τρίτους φορείς, να μετατρέπεται σε
μάνατζερ αγοράς για ανεύρεση προσφορών για την παραχώρηση των χώρων του
σχολείου, να ωθείται σε ανεύρεση χορηγιών προκειμένου να βρίσκει χρήματα για τη
λειτουργία του σχολείου (πρώτη φορά αποτυπώνεται, σε νομικό έγγραφο, ως πηγή
εναλλακτικής χρηματοδότησης του σχολείου εκτός από τον τακτικό προϋπολογισμό,
τα έσοδα από εκδηλώσεις και χορηγίες), εισάγοντας έτσι στο δημόσιο σχολείο τη
δομή των επιχειρήσεων και της αγοράς. Έτσι ο διευθυντής, από κοινού με την
υπόλοιπη ιεραρχική πυραμίδα, παίρνει όλες τις αποφάσεις για όλες τις πτυχές της
λειτουργίας του σχολείου, απονευρώνοντας και καθιστώντας διακοσμητικό στοιχείο
τον Σύλλογο Διδασκόντων, ενώ οι εκπαιδευτικοί απλά εκτελούν και ελέγχονται, εάν
έπραξαν όσα τους ζητήθηκαν. Τα συλλογικά όργανα και η δημοκρατική λειτουργία
του σχολείου παύουν να υπάρχουν.
Σ’ ότι
αφορά την ατομική αξιολόγηση η κυβέρνηση προωθεί τα πιο σκληρά· νεοφιλελεύθερα και αναχρονιστικά μοντέλα
ακραίου επιθεωρητισμού του εκπαιδευτικού και του έργου του. Με το νομοσχέδιο
φιλοδοξεί να ισοπεδώσει ως οδοστρωτήρας ότι απέμεινε από το δημόσιο σχολείο και
να υποδουλώσει τη ζωντανή εκπαίδευση στο άρμα του αυταρχικού νεοεπιθεωρητισμού.
Να απαξιώσει το μάχιμο εκπαιδευτικό, να διαλύσει τους Συλλόγους Διδασκόντων, να
επιβάλλει μια «παιδαγωγική» της επίδειξης για την επιβίωση, να εντατικοποιήσει
τον έλεγχο και τη χειραγώγηση, να οικοδομήσει ένα πολυπληθές σώμα στελεχών
εκπαίδευσης, να ισχυροποιήσει τη θέση του διευθυντή ως απόλυτου μονάρχη της
σχολικής μονάδας, να σκεπάσει το δημόσιο σχολείο με μια σκιά φόβου και
υποταγής.
Η ατομική αξιολόγηση είναι
τετράβαθμη και περιλαμβάνει τους χαρακτηρισμούς μη· ικανοποιητικός, ικανοποιητικός, πολύ καλός,
εξαιρετικός. Θα αποτιμώνται: η γενική – ειδική διδακτική του αντικειμένου (από
το σύμβουλο), το παιδαγωγικό κλίμα και η διαχείριση της τάξης (από το
διευθυντή), η υπηρεσιακή συνέπεια και η επάρκεια του εκπαιδευτικού (από το
διευθυντή και από το σύμβουλο παιδαγωγικής ευθύνης). Η υπηρεσιακή συνέπεια και
η επάρκεια θα κρίνεται ανά διετία ενώ η γενική και ειδική διδακτική και το
παιδαγωγικό κλίμα ανά τετραετία. Η αξιολόγηση θα συνδέεται με την επιμόρφωση
των αξιολογούμενων, το πλαίσιο της οποίας ωστόσο δεν θα εντάσσεται σε αυτό το
νομοσχέδιο, ενώ αντίφαση αποτελεί το γεγονός ότι αξιολογητές και αξιολογούμενοι
πιθανόν να βρεθούν αργότερα συνυποψήφιοι για την ίδια θέση, μια ακόμα ένδειξη
για τα αδιέξοδα του ανταγωνισμού ανάμεσα σε συναδέλφους που καλλιεργεί το νέο
νομοσχέδιο.
Η κυβέρνηση, έχοντας ακόμα
νωπή τη μνήμη από τη μαζική συμμετοχή των·
εκπαιδευτικών στην απεργία – αποχή από την αξιολόγηση των σχολείων και την
ελπιδοφόρα παρακαταθήκη του αγώνα αυτού, επιχειρεί να παραπλανήσει τους ίδιους
τους εκπαιδευτικούς. Υπόσχεται πως η αξιολόγησή της δεν θα έχει τιμωρητικό
χαρακτήρα. Όποιος υστερήσει στην αξιολόγηση θα οδηγηθεί σε υποχρεωτική
επιμόρφωση. Επιμόρφωση “μια από τα ίδια”. Η θεματολογία και η χρονική διάρκεια
ορίζονται με απόφαση επόπτη και μετά από εισήγηση συμβούλου. Τίποτε δεν
διασφαλίζει πως δε θα οδηγηθούμε για άλλη μια φορά σε κακώς σχεδιασμένες
επιμορφώσεις, σε συνεργασία με ανεπαρκείς και ακατάλληλους φορείς ή άχρηστες ως
προς τη θεματολογία για τους εκπαιδευτικούς της σχολικής μονάδας μόνο και μόνο
για να μπουν στους φακέλους του διευθυντή και των εκπαιδευτικών. Η επιμόρφωση
διολισθαίνει σε διαδικασία συλλογής «χαρτιών». Επίσης, τόσο οι πραγματικές
ανάγκες των εκπαιδευτικών για επιμόρφωση όσο και οι τεχνητές (συνεκτίμηση στην
αξιολόγηση και μοριοδότηση στην επιλογή στελεχών) θα αυξήσουν τη ζήτηση, και
είναι αμφίβολο κατά πόσο θα μπορέσει να υπάρξει εγγύηση ποιοτικής και ισότιμης
επιμόρφωσης για όλα τα σχολεία. Και φυσικά εδώ δε μπορεί παρά να αναρωτηθεί
κανείς, αφού η επιμόρφωση είναι η λύση, γιατί το υπουργείο δεν προβαίνει εκ των
προτέρων σε περιοδική, δωρεάν, ετήσια επιμόρφωση με απαλλαγή από τα διδακτικά
καθήκοντα και με ευθύνη των πανεπιστημίων για όλους τους εκπαιδευτικούς. Κάτι
που αποτελεί και αίτημα, εδώ και χρόνια, των εκπαιδευτικών σωματείων. Απλά η
κυβέρνηση επιχειρεί να διαμορφώσει τη διαβόητη «κουλτούρα αξιολόγησης» και να
κάμψει τις αντιστάσεις του εκπαιδευτικού κινήματος. Η αξιολόγηση θα αποτελέσει
τον «Δούρειο Ίππο» για την άλωση των εργασιακών κεκτημένων, τη χειραγώγηση και
τον εκφοβισμό των εκπαιδευτικών.
Είναι
χαρακτηριστικό πως με την απειλή της αρνητικής αξιολόγησης, επιχειρείται να· παρεμποδιστεί η συνδικαλιστική δράση, αφού η
συμμετοχή στις αποφάσεις του σωματείου οδηγεί ρητά στην αρνητική αξιολόγηση «μη
ικανοποιητικός», δηλαδή η συμμετοχή σε απεργία-αποχή από την αξιολόγηση της
σχολικής μονάδας καθιστά τον εκπαιδευτικό υπηρεσιακά ανεπαρκή και του στερεί το
δικαίωμα να μονιμοποιηθεί, αν είναι δόκιμος ή να διεκδικήσει θέση ευθύνης μέχρι
και οκτώ χρόνια.
Η απερίγραπτα
γραφειοκρατική και πολυδιαφημισμένη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών· αποπροσανατολίζει από τα πραγματικά προβλήματα
της εκπαίδευσης και δείχνει ως μόνιμους υπεύθυνους γι’ αυτά τους
εκπαιδευτικούς. Η βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης απαιτεί αύξηση της
χρηματοδότησης της παιδείας, κάλυψη των 50.000 κενών εκπαιδευτικών, μείωση του
αριθμού μαθητών ανά τμήμα, σύγχρονες κτιριακές υποδομές και όχι κοντέινερ,
τεχνολογικό και λοιπό εξοπλισμό, προγράμματα σπουδών σύμφωνα με τις σύγχρονες
παιδαγωγικές αρχές με ανάλογα βιβλία και εποπτικό υλικό, κατάργηση της τράπεζας
θεμάτων και μείωση των εξετάσεων που οδηγούν σε στείρα γνώση και ανάγκη παραπαιδείας.
Άλλωστε, διεθνείς μελέτες σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης δείχνουν
ότι όπου εφαρμόστηκε όχι μόνο δεν επήλθε βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά
αντίθετα, λόγω της επιπλέον επαγγελματικής εξουθένωσης που επιφέρει αλλά και
του ανταγωνιστικού κλίματος που καλλιεργεί, παραμερίζονται οι παιδαγωγικές
αρχές και αυξάνονται οι μορφωτικές ανισότητες.
Η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ δημιουργεί
800 θέσεις Συμβούλων Εκπαίδευσης (σ.σ. πρώην σχολικοί σύμβουλοι) και 116 θέσεις
Περιφερειακών Εποπτών Εκπαίδευσης. Σε κάθε διεύθυνση εκπαίδευσης, θα υπάρχει
και Επόπτης Εκπαίδευσης. Δημιουργείται ο θεσμός του «Μέντορα» εκπαιδευτικού και
του Ενδοσχολικού Συντονιστή. Επαναφέρει το θεσμό του Σχολικού Συμβούλου
προχωρώντας στη σύσταση νέων δομών στην εκπαίδευση, που επικεντρώνουν στο
παιδαγωγικό – τάχα – έργο, παράλληλα με τις υπάρχουσες υπηρεσιακές δομές των
Περιφερειών και των Διευθύνσεων Εκπ/σης. Είναι φανερό ότι το μέλημα της ηγεσίας
του ΥΠΑΙΘ είναι να στελεχώσει με επάρκεια το στρώμα των αυριανών αξιολογητών –
επιθεωρητών των εκπαιδευτικών. Στον ίδιο άξονα, το ΥΠΑΙΘ αυξάνει τη θητεία των
διευθυντών σχολείων στα 4 χρόνια, ενώ προωθεί ένα νέο σώμα – συμβούλιο για την
επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης, απελευθερώνοντας το όριο των θητειών στις
διευθυντικές θέσεις.
Η επιλογή στελεχών εκπαίδευσης μέσα από αδιαφανείς
διαδικασίες, μας βρίσκει αντίθετους. Ζητούμε κατάργηση του καθηκοντολόγιου, με
αλλαγή του ρόλου του Διευθυντή σε συντονιστή αντί για μάνατζερ και παράλληλη
αύξηση των αρμοδιοτήτων του Συλλόγου σε ένα διευρυμένο δημοκρατικό πλαίσιο. Ο
ρόλος των Σχολικών Συμβούλων πρέπει να αποσυνδεθεί εντελώς από την αξιολόγηση
οποιασδήποτε μορφής, ώστε να μη νοθεύεται ο υποστηρικτικός και συμβουλευτικός
χαρακτήρας του.
Μην ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση ξεκίνησε με την αυθαίρετη - χωρίς κριτήρια
και χωρίς κατάταξη υποψηφίων - τοποθέτηση των διευθυντών εκπαίδευσης το
καλοκαίρι του 2020, ότι οι αιρετοί εκδιώχθηκαν από τα υπηρεσιακά συμβούλια και
αντικαταστάθηκαν με δοτούς και σήμερα τους εξοβελίζει ολοκληρωτικά από τα
συμβούλια επιλογής στελεχών, δημιουργώντας κομματικό μηχανισμό τόσο στις
επιλογές όσο και στις αξιολογήσεις. Επιχειρούν να αφαιρέσουν από τους
εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα ελέγχου της διοίκησης. Ελέγχου πιθανών
αυθαιρεσιών, διαφορετικής μεταχείρισης εργαζομένων και δημιουργίας πελατειακών
σχέσεων.
Συναδέλφισσες, συνάδελφοι
Εδώ και 24 χρόνια, με τους αγώνες μας, οι
εκπαιδευτικοί ακυρώσαμε στην πράξη όλους τους νόμους της αξιολόγησης,
μπλοκάραμε πλευρές της εμπορευματοποίησης του δημόσιου σχολείου,
υπερασπιστήκαμε τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών μας, αντισταθήκαμε στην
προώθηση της ελαστικής εργασίας. Στον ίδιο δρόμο θα βαδίσουμε και σήμερα,
ενωμένοι, μόνιμοι και αναπληρωτές, σε ένα ευρύ αγωνιστικό μέτωπο για την
ανατροπή της αντιλαϊκής, αντιεκπαιδευτικής πολιτικής, για να μην ψηφιστεί, για
να ακυρώσουμε στην πράξη για μια ακόμα φορά τον οδοστρωτήρα του
νεοεπιθεωρητισμού και της ατομικής αξιολόγησης, να διεκδικήσουμε μόνιμους
μαζικούς διορισμούς εκπαιδευτικών.
Απέναντι στο σχολείο-κάτεργο μορφωτικής
ανισότητας που ετοιμάζεται να οικοδομήσει η κυβέρνηση η μόνη ελπίδα βρίσκεται
στον αγώνα μας. Σε έναν αγώνα διαρκείας, πολύμορφο, πανεκπαιδευτικό, για την
ανατροπή αυτής της πολιτικής. Είναι ένας αγώνας στον οποίο καλούμε το σύνολο
της κοινωνίας να βάλει φραγμό στα αντιεκπαιδευτικά σχέδια της κυβέρνησης που
έρχονται για να σαρώσουν το Δημόσιο Σχολείο.
Ενιαία και αποφασιστικά
διεκδικούμε ουσιαστική επιμόρφωση και πραγματική ενίσχυση του εκπαιδευτικού
έργου σε ένα δημοκρατικό δημόσιο δωρεάν σχολείο που θα χωράει όλα τα παιδιά,
χωρίς διακρίσεις, και θα παρέχει στέρεες γνώσεις συνδέοντας τη θεωρία με την
πράξη και διαπλάθοντας ελεύθερους – σκεπτόμενους ανθρώπους και πολίτες! Ενιαία
και αποφασιστικά αντικρούουμε τα καταστροφικά τους σχέδια!