Την «απογείωση» της προσπάθειας αλλοίωσης των εκλογικών αποτελεσμάτων, με διαδικασίες που ανοίγουν δρόμο στην παραβίαση της μυστικότητας της ψήφου και ένταση των πιέσεων και των εκβιασμών στους ψηφοφόρους από κάθε είδους μηχανισμούς, σφράγισε χτες η κυβέρνηση, ανακοινώνοντας την καθιέρωση της επιστολικής ψήφου, σε πρώτη φάση για τις ευ... Περισσότερα
Διήγημα: "Το κόκκινο φορτηγό"
Τελευταία ενημέρωση από Η Άλλη Άποψη
Τα χρήματα στο μεγάλο μέρος τους, είχαν μαζευτεί. Με πολλά χρόνια δουλειάς, με ξενύχτι και μπόλικο άγχος που αργότερα έφερε και το πρώτο έμφραγμα. Δουλειά υπήρχε μπόλικη, η πόλη γνώριζε την άναρχη ανοικοδόμηση της και οι πολυκατοικίες φύτρωναν σαν τα μανιτάρια στη θέση των σπιτιών με τις αυλές. Και αυτός με το ανατρεπόμενο να κουβαλά αμμοχάλικο από «νύχτα σε νύχτα». Εδώ και μήνες το είχε πάρει απόφαση. Χρειαζόταν πια μεγαλύτερο «εργαλείο» έτσι ώστε να κουβαλά πιο πολλά σε λιγότερα δρομολόγια. Έτσι η δουλειά του θα γινόταν πιο άνετη και κυρίως οικονομικά αποδοτικότερη.
Κοιτούσε τη δουλειά και το καθεστώς της χούντας δεν τον ενοχλούσε. Μόνο κάπου-κάπου κάποιες σπόντες για το αντιστασιακό παρελθόν του άκουγε από τους γνωστούς «μπασκίνες» της πόλης καθώς και η λέξη «πρόσεχε» δήθεν εμπιστευτικά έφτανε στα αυτιά του πάντα μέσω τρίτων.
Η χούντα είχε φαίνεται σταθεροποιηθεί για τα καλά και παρά τα μουρμουρητά ή τα ανέκδοτα που κυκλοφορούσαν υπογείως δεν είχε να φοβηθεί από την αντίσταση του λαού μια και στην επαρχία ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη. Οι λίγοι στις φυλακές, οι πολλοί ήσυχοι κοιτούσαν τη ζωή τους…
Αυτός όμως παρά τη φαινομενική του ησυχία και το αιώνιο χαμόγελο που είχε στα χείλη, στο σπίτι ξεσπούσε. Έβριζε τους δικτάτορες και ιδιαίτερα τα τσιράκια τους, ενώ τα βράδια στην κρεβατοκάμαρα, έβαζε σε χαμηλή ένταση το μεγάλο ραδιόφωνο ακούγοντας Λονδίνο και τη Deutsche welle. Και στη συνέχεια μαζί με τη μητέρα κουβέντιαζαν χαμηλόφωνα τα όσα άκουγαν.
Η μεγάλη μέρα είχε φτάσει. Ντυμένος με το γαμπριάτικο κουστούμι πήγε να υποδεχτεί στην αντιπροσωπεία το καινούριο φορτηγό. Και στη συνέχεια όλο καμάρι έφτασε κορνάροντας στη γειτονιά και το πάρκαρε στην αλάνα που υπήρχε. Η γειτονιά στο πόδι. Μοιραζόταν τη χαρά του και μαζί την ελπίδα ότι τα πράγματα για τα οικονομικά του θα πήγαιναν καλύτερα. Τα κεράσματα στο σπίτι έδιναν και έπαιρναν, ενώ το βράδυ η παρέα των παλιών αριστερών μαστόρων που έμεινε παραπίσω, τα «έτσουξε» στο σπίτι. Η καρδούλα του το ήξερε ότι το επόμενο διάστημα θα έπρεπε να δουλέψει σκληρά για να ξεπληρώνει στην ώρα τους τα γραμμάτια που είχε υπογράψει .
Η δουλειά άρχισε από την πρώτη μέρα να πηγαίνει καλύτερα. Και αυτός όλο ικανοποίηση για το επιχειρηματικό του «σάλτο» καυχιόταν για την επιλογή του στην πάντα διστακτική γυναίκα του. Δεν είχε περάσει ούτε μήνας, όταν το τηλέφωνο χτύπησε νυχτιάτικα. Η φωνή υπηρεσιακή και ταυτόχρονα υπεροπτική με το «κύρος» που έδιναν τα γαλόνια την εποχή εκείνη. «Σας θέλουμε νε περάσετε αύριο το πρωί από το αστυνομικό τμήμα δια υπόθεσιν σας». Όλο το βράδυ δεν έκλεισε μάτι. Στη σκέψη του τριγύριζαν διάφορα σενάρια. Το ραδιόφωνο που άκουγε κρυφά, τα θαμμένα βιβλία στο χωράφι, οι συζητήσεις που έκανε για το καθεστώς με παλιούς αριστερούς οικοδόμους κ.α.
Το πρωί φιλώντας τη γυναίκα του και τα παιδιά του, με τον φόβο ότι θα ακολουθούσε το δρόμο του γείτονα του μπάρμπα Κώστα στα νησιά της εξορίας, κατευθύνθηκε αργά στο αστυνομικό τμήμα. Τον οδήγησαν στο διοικητή. Κοντός , με μουστάκι και φαλάκρα (για να μοιάζει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο, έλεγαν οι κακές γλώσσες) και με φωνή βαριά και αργή του είπε: «Εσείς κύριε έχετε φήμη καλού οικογενειάρχου και τίμιου επαγγελματία. Γιατί αγοράσατε αυτοκίνητο κοκκίνου χρώματος. Τι μηνύματα θέλετε να στείλετε με αυτόν τον τρόπο;»
Ξαναβρήκε αμέσως την αυτοκυριαρχία του. Όλα όσα είχε το βράδυ σκεφτεί κατέρρευσαν. Με σκυφτό το κεφάλι, απάντησε: «Είναι τα χρώματα της αγαπημένης μου ομάδας, κύριε διοικητά, του Ολυμπιακού!». Ο διοικητής χαμογέλασε και αφού του έκανε παρατήρηση γιατί δεν υποστηρίζει την τοπική ομάδα, απαίτησε προς αποφυγή παρεξηγήσεων να τοποθετήσει, δύο Ελληνικές σημαίες δεξιά και αριστερά του αυτοκινήτου. Έτσι και έγινε. Το κόκκινο πλέον φορτηγό κυκλοφορούσε σαν στολισμένη φρεγάτα τα χρόνια εκείνα για να αποδεικνύει ότι η…βλακεία είναι ανίκητη!
(Από τις ιστορίες της ζωής του πατέρα μου)
Αλέκος Χατζηκώστας- δημοσιεύτηκε στην έντυπη «ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ»