Στη συζήτηση στη Βουλή για τον νέο νόμο - λαιμητόμο για τον κατώτατο μισθό και τις Συλλογικές Συμβάσεις, δεν υπήρξε βουλευτής της κυβέρνησης που να μην πανηγυρίσει για τις «επιτυχίες» της στη «μείωση της ανεργίας». Τον τόνο έδωσε η ίδια η υπουργός Εργασίας, η οποία δεν χάνει ευκαιρία να κομπάζει για το «κατόρθωμα». Ομως, μια πιο προσεκ... Περισσότερα
Τα νοικοκυριά θα πληρώσουν τις «απογειωμένες» τιμές λόγω «απελευθέρωσης» και ΑΠΕ
από Η Άλλη Άποψη
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώςο λαός πληρώνει από την τσέπη του τα κέρδη των «πράσινων» ομίλων της Ενέργειαςείναι ο διπλανός χάρτης, με τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στη χονδρεμπορική αγορά για κράτη - μέλη της ΕΕ και για γειτονικές της Ελλάδας χώρες.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία,η Ελλάδα έχει συγκριτικά τις υψηλότερες τιμές χονδρεμπορικής, που οι αυξομειώσεις τους μετακυλίονται στον καταναλωτή, μέσω ρητρών που περιέχονται στα «ψιλά γράμματα» των συμβολαίων, ώστε οι εταιρείες - πάροχοι να διασφαλίζουν την κερδοφορία τους σε κάθε συγκυρία.
Η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) της Αγοράς Επόμενης Ημέρας που αναγράφεται για κάθε χώρα, είναι η τιμή που αγοράζει το ρεύμα η εταιρεία - πάροχος. Η τιμή αυτή επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως η τιμή των δικαιωμάτων ρύπων CO2, που αποτελεί ένα από τα βασικά «εργαλεία» για την προώθηση της «πράσινης» Ενέργειας, αλλά και το ποσοστό διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με κόστος σχεδόν τετραπλάσιο από το λιγνίτη, του οποίου η απόσυρση είναι πολιτική της ΕΕ και όλων των κυβερνήσεων.
Τα δικαιώματα ρύπων επιβαρύνουν την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας όταν για την παραγωγή της δεν χρησιμοποιούνται οι λεγόμενες «καθαρές» πηγές. Οταν δηλαδή η ηλεκτρική ενέργεια δεν παράγεται από ΑΠΕ.
Στην προκειμένη περίπτωση, η αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικού ρεύματος, σε συνδυασμό με την αύξηση της τιμής για τα δικαιώματα των ρύπων, που διαμορφώνεται με χρηματιστηριακούς όρους,έχει οδηγήσει σε αυξήσεις στη χονδρεμπορική αγορά, τις οποίες θα πληρώσουν τα λαϊκά νοικοκυριά μέσω των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος.
Κι αυτό επειδή, για να διασφαλίσει τα κέρδη των ενεργειακών κολοσσών, το κράτος έχει προβλέψει ρήτρες για την αναπροσαρμογή των τιμολογίων ανάλογα με το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος στη χονδρεμπορική αγορά, όπως συμβαίνει τώρα.
Χώρες όπως η Γαλλία, που στο ενεργειακό τους μείγμα χρησιμοποιούν σε μεγάλο βαθμό την πυρηνική ενέργεια, έχουν σταθερότερες και χαμηλότερες τιμές χονδρικής. Βέβαια, στο πλαίσιο της «απελευθερωμένης» αγοράς Ενέργειας, με τον τρόπο αυτό αυξάνουν τα περιθώρια κέρδους για τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας, που σημαίνει ότι οι χαμηλότερες τιμές χονδρικής δεν μεταφράζονται απαραίτητα και σε χαμηλότερες τιμές λιανικής.
Σε κάθε περίπτωση,οι αυξημένες τιμές χονδρικής στην Ελλάδα είναι συνέπεια της πολιτικής «απελευθέρωσης» της ηλεκτρικής ενέργειας που ακολουθούν όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις,με βάση τις κατευθύνσεις της ΕΕ και την πριμοδότηση των «πράσινων» μορφών Ενέργειας, η οποία επέφερε την απολιγνιτοποίηση και αύξησε το κόστος της Ενέργειας, με τις τιμές δικαιωμάτων ρύπων CO2, που τραβούν σταθερά την ανηφόρα.
Σε αυτά προστίθεται και οκίνδυνος ενός μπλακ άουτεξαιτίας της μεγάλης ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια τις μέρες αυτές του καύσωνα, σε συνδυασμό με την ασταθή παραγωγή από τις ΑΠΕ (τις μέρες του καύσωνα μπορεί και να μην παράγουν καθόλου Ενέργεια) με την κυβέρνηση να πετάει κι εδώ το μπαλάκι στην ατομική ευθύνη των καταναλωτών, «συστήνοντας» περιορισμό της χρήσης των κλιματιστικών και άλλα παρόμοια μέτρα. Ανάλογοι περιορισμοί δεν τίθενται βέβαια σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους της βιομηχανίας ή του τουρισμού, που αυτές τις μέρες δουλεύουν στο «φουλ».