Έχει ξεκινήσει η ανταλλαγή κρατουμένων μεταξύ του κράτους-τρομοκράτη Ισραήλ και της Χαμάς.Σύμφωνα με τις εικόνες που προβάλλονται και διάφορες ανακοινώσεις, όπως από τον Ερυθρό Σταυρό αλλά και τα κτήνη των IDF, έχουν απελευθερωθεί οι πρώτοι 7 κρατούμενοι της Χαμάς που αναμένονταν να μεταφερθούν αεροπορικώς στη στρατιωτική βάση Ρεΐμ στο... Περισσότερα
Για τη Μάχη του Σταυρού (ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ)
από Η Άλλη Άποψη
του Αλέκου Χατζηκώστα
(Δημοσιεύτηκε στη εφημερίδα ΒΕΡΟΙΑ)
Στις 6 Οκτώβρη 1944, δύο λόχοι
(5ος και 7ος) του 16ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ (2ο τάγμα) με επικεφαλείς τους
Κολοκοτρώνη (Κώστας Κολίντζας- έφεδρος ανθυπολοχαγός από την Αρκαδία) και
Μαρίνο Μαρινέλη (διοικητής και καπετάνιο αντίστοιχα) καταλαμβάνουν ενεδρικές
θέσεις στο χωριό Σταυρός της Βέροιας αναμένοντας την άφιξη γερμανικής
φάλαγγας. Οι Γερμανοί είχαν κατεύθυνση για Θεσσαλονίκη. Η ενέδρα στήθηκε
εκατέρωθεν του δρόμου ,ενώ στο καμπαναριό είχε στηθεί το βαρύ πολυβόλο της
διλοχίας. Η μάχη σκληρή, πολύνεκρη. Η άφιξη ισχυρής γερμανικής δύναμης ανάγκασε
τον Κολοκοτρώνη να διατάξει σύμπτυξη των δυνάμεων ώστε αυτά να μην περικυκλωθούν.
Κάποια στιγμή γαζώθηκε στην κοιλιά από οπλοπολυβόλο. Το τμήμα οπισθοφυλακής του
ΕΛΑΣ παρέλαβε τον ημιθανή διοικητή και τους τραυματίες.
Να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με τον
Κικίτσα (10η μεραρχία του ΕΛΑΣ) οι απώλειες των γερμανών ανήλθαν σε 80 νεκρούς
και πολλούς τραυματίες. 24 αυτοκίνητα καταστράφηκαν ολοσχερώς. Από την πλευρά
του ΕΛΑΣ είχαμε τιμημένους νεκρους: Κολίντζας Κώστας, Δημητριάδης Φίλιππος,
Ελευθεριάδης Νίκος, Ιορδανίδης Ιορδάνης, Ιωακειμίδης Παύλος, Καρυπίδης Βασίλης,
Μαρούσης Γιώργος, Μαχουρίδης Σωκράτης, Μπουρλάς Σολομων (εβραϊκής καταγωγής),
Ορφανίδης Αναστάσιος, Σαββίδης Παύλος, Σιούδρας Απόστολος, Τόκας Δημήτρης,
Τσιτιρίδης Δαμιανός, Κουγιουμτζιδης Αβραάμ.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει τα όσα
αναφέρονται σε ημερολόγιο με θέμα: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ 2ου ΤΑΓΜΑΤΟΣ 16ου
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΛΑΣ ΒΕΡΜΙΟΥ: (Ο γράφων την Ιστορία: Περικλής Σελίδης
(Διοβουνιώτης)/ Τηρήσαμε το συντακτικό και τη ροή του λόγου του γράφοντος, ενώ
κάναμε τις απαραίτητες ορθογραφικές διορθώσεις διατηρώντας τις πιο
χαρακτηριστικές ανορθογραφίες. Τα αποσιωπητικά εντός παρενθέσεως σημαίνουν ότι
έχουν αφαιρεθεί επουσιώδεις λεπτομέρειες. Από http://emfilios.blogspot.gr/)
«Είχε πάει η ώρα 9-9.30 ίσως και δέκα ακούσαμε μια βοή, ερχόταν τα αυτοκίνητα.
(...) Και αφού ήρθε η γερμανική φάλαγγα και μπήκε μέσα στο Σταυρό (...)
σταμάτησε και ορισμένοι Γερμανοί κατέβαιναν να κατουρίσουν. Ενας Γερμανός όπως
κατέβηκε και πήγε κοντά στον φράχτη να κατουρίσει θα κατουρούσε στο κεφάλι του
αντάρτη και ο αντάρτης τράβηκε το κεφάλι του αλλά ο Γερμανός τον είδε με την
κίνηση που έκανε και πήγε να τραβήξει το πιστόλι του να τον πυροβολήσει αλλά ο
αντάρτης είχε το όπλο του έτοιμο και τον πυροβόλησε. Αυτό ήταν. Και άρχισε μια
σκληρή μάχη, άλλος στο ένα μέτρο. (...) Οι Γερμανοί που ήταν στα αυτοκίνητα
πηδούσαν κάτω για να πιάσουν θέσεις αλλά δεν προλάβαιναν και πέφτανε νεκροί.
Το βαρύ πολυβόλο που ήταν στο καμπαναριό επάνω και έβαζε από εκεί στα
αυτοκίνητα και τα τέσσερα (4) πήραν φωτιά και γινόταν χαλασμός. (...)
Απέναντι είδε 3 Γερμανούς αξιωματικούς ο Κολοκοτρώνης και φώναξε στην ομάδα
διοικήσεως ακολουθήστε με να τους πιάσουμε και πετάχτηκε απάνω στην άσφαλτο με
το πιστόλι φωνάζοντας «ψηλά τα χέρια» και οι Γερμανοί τα σήκωσαν. Από αντίκρυ
που ήταν ένας Γερμανός ξαπλωμένος με το μυδράλλιο τον έριξε και τον πήρε η ριπή
στην κοιλιά. (...) Για τον τραυματισμό του Κολοκοτρώνη το μάθαμε εμείς μετά την
σύνπτιξη όταν φθάσαμε στην Φυτιά Βέροιας. Η Μάχη κράτησε περίπου μια ώρα και θα
είχε παρά πολύ μεγάλη επιτυχία αν δεν ερχόταν ενίσχιση από την Χαλκηδόνα. (...)
Βρήκανε το έδαφος ελεύθερο άρχισαν να μας χτυπούν απ' τα πλάγια, στα νότια από
το χωριό ευτυχώς που ήταν θυμωνιές από άχυρα που είχαν αλωνίσει ή πετάξει και
πήρανε φωτιά από τα τουμ-τουμ τις σφαίρες και τα βλήματα που βάζανε και γέμισε
ο τόπος από καπνό και μέσα από τον καπνό φύγαμε και δεν μας έβλεπαν οι
Γερμανοί. (...)
Περάσαμε απάνω από την Βέροια και φθάσαμε στο χωριό Φυτιά εκεί μας ειδοποίησαν
να πάμε στη Νάουσα διότι ο Κολοκοτρώνης ήταν πολύ βαριά και δεν είχε σωτηρία.
Εκεί εγκατασταθήκαμε στα εργοστάσια του Λαναρά, εκεί δίπλα ήταν και το ιατρείο
που είχαν τον Κολοκοτρώνη που μετά δύο ημέρες από τον τραυματισμό του πέθανε.
Είχε χάσει ο ΕΛΑΣ έναν από τους καλύτερους καπετανέους διότι όπου άκουγαν οι
Παοτσήδες, Γερμανοί και Ιταλοί και Οχρανίταις «έρχεται ο Κολοκοτρώνης με το
τάγμα του» το βάζανε στα πόδια. (...)
Την επόμενη ημέρα μετά την κηδεία του Κολοκοτρώνη που έγινε με μεγάλη
επισημότητα με όλους τους καπετανέους της 10ης Μεραρχίας μας φέρανε άλλον
ταγματάρχη στη θέση του. (...) Μας μίλησε και ο καπετάν Μαρίνος που ήταν και
πολιτικός του κόμματος και μας είπε από τώρα και στο εξής θα έχουμε σκληρές
μάχες στον κάμπο και μέσα στις πόλεις οδομαχίες την ημέρα και όπως και άρχισαν
μετά δύο ημέρες. Τότε βγήκε και ένα τραγούδι.
Εμπρός παιδιά όλοι μαζί για την Θεσσαλονίκη / να ιδούνε τ' ακαθάρματα πως
φέραμε τη Νίκη./ Ενας είναι μόνο ο σκοπός μας/ θανάτος στο φασιζμό ένας ο
σκοπός μας/ λευτεριά εις το λαό. / Φασίστες ενομίσανε πως βρήκαν ευκαιρία / να
κάνουν την Ελλάδα μας όλο νεκροταφεία. / Ενας είναι (...) / Ζητούν εκδίκηση
αυτοί που πέσανε για μας / Εμπρός Παιδιά μην κάΘεστε ταχθείτε στον ΕΛΑΣ.»
Από το περιοδικό ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Νο58 (αγνώστου συγγραφέα- προφανώς πήρε μέρος στη συγκεκριμένη μάχη)
«Από πληροφορίες που μάζεψε η
οργάνωση κατασκοπεύοντας διαρκώς τον εχθρό, εμάθαμε πως μία φάλαγγα από
δεκαοκτώ αυτοκίνητα φορτωμένα με πυρομαχικά
Θα ξεκινούσε από τη Βέροια , που
είχανε αρχίσει λίγες μέρες πιο πριν να ετοιμάζονται οι Γερμανοί να την
αδειάσουν. Το μόνο που ακόμα κρατούσε κει πέρα ήτανε ο δρόμος της Κοζάνης, που
τους χρειαζόταν για την υποχώρηση μιας Μεραρχίας που ετοιμαζόταν κι αυτή ν’
αδειάσει την Κοζάνη. Έτσι η άτυχη Βέροια θάτανε από τις τελευταίες πόλεις που
θα λευτερωνότανε από την μπότα του κατακτητή.
Τα τμήματα του 16ου
Συντάγματος του ΕΛΑΣ όμως την είχανε από καιρό περισφίξει και το μάτι τους
άγρυπνο παρακολουθούσε τον εχθρό σ’ όλες τις κινήσεις του, έτσι που κι αυτός ο
κεντρικός δημόσιος δρόμος που τους απόμεινε για την αποχώρηση δεν ήτανε καθόλου
ασφαλής και σίγουρος για τις φάλαγγες που θα περνούσανε. Κι αλλοίμονο στην τύχη
εκείνου που έπεφτε στις ενέδρες που τους σκαρώναμε. Παντού καραδοκούσε ο
θάνατος απ’ το βόλι του ηρωϊκου αντάρτη αν οι Γερμανοί το ξέρνε καλά και
λαβαίνανε όλες τις προφυλάξεις. Τίποτα όμως δε σταματούσε την ορμή μας και
είχαμε περάσει στην επίθεση κάνοντας τους εχθρούς μας να τα χάσουν μην ξέροντας
από πού να προφυλαχτούν. Σ’ όλο τον κάμπο της Βέροιας γίνονταν καθημερινά
κρούσεις από μεμονωμένα τμήματα ιδίως το 2/16 που δρούσανε ανεξάρτητα. Ετσι
ένας λόχος και συγκεκριμένα ο 6ος λόχος του καπετάν Στάθη, χτυπούσε
την αντίδραση στα χωριά της περιφέρειας Πλατύ. Ταυτόχρονα άλλα τμήματα
σκορπίσανε στα γύρω χωριά του κάμπου στήνοντας ενέδρες στην τρομαγμένη
αντίδραση που απ’ το τελευταίο χτύπημα στο δρόμο Κρύας Βρύσης-Σταυρού κοιταζε
πως θα μπορέσει να ξεφύγει στη Θεσσαλονίκη και κάνοντας εμφανίσεις προς όλες
τις διευθύνσεις.
Ετσι η είδηση για την αναχώρηση
της φάλαγγας που θα γινότανε όπως μάθαμε ώρα την ώρα βρήκε το τάγμα σκορπισμένο
εδώ κι εκεί μέσα στον κάμπο.
Για τον Κολοκοτρώνη όμως τον
ηρωϊκό διοικητή του 2/16 εμπόδιο δεν υπήρχε που να μπορεί να τον σταματήσει. Το
ίδιο και τον καπετάνιο του τάγματος Μαρίνο, που ήταν νέος στο τάγμα, μόλις για
πρώτη φορά έλαβε μέρος στην προηγούμενη μάχη με τον Πούλιο και οδήγησε μαζί του
στη νίκη τα λίγα παιδιά που προκάμανε να ρίξουνε στη μάχη, λόγω της τόσο
γρήγορης άφιξης του εχθρού. Ζητούσε την ευκαιρία να στήσει ενέδρα που θα την
είχανε ετοιμάσει μ΄όλα τα μέτρα και την τέχνη που μας έμαθε το αντάρτικο.
Ετσι, γρήγορα-γρήγορα μαζέψανε
τον 5ο και 6ο λόχο και παίρνοντας δύο πολυβόλα ελαφριά
από την πυροβολαρχία αποφασίσαμε να χτυπήσουμε μ’ αυτή τη δύναμη τη φάλαγγα που
θα ξεκινούσε. Ο κάμπος κατά μήκος του δημοσίου, απλώνεται γυμνός και ίσος χωρίς
να δίνει την ευκολία για ανταρτικές μάχες που χρειάζονται προπετάσματα καλά και
έδαφος με πυκνή βλάστηση, για να καλύπτει τις κινήσεις και να εξασφαλίζει τη
σύμπτυξη σε ώρα ανάγκης. Το μόνο μέρος λοιπόν που κρίθηκε κατάλληλο ήτανε το
χωριό Σταυρός, που είναι κτισμένο στο δημόσιο, σε απόσταση 51 χλμ από τη
Σαλονίκη.
Εξ’ άλλου ήτανε καμένο από τους
Γερμανού από άλλη φορά που αιφνιδιαστήκαμε εκεί κ’ έτσι αν ξανακαιγότανε, δεν
είχε να προστεθεί καμία ζημιά παραπάνω από εκείνη που είχε πάθει. Μία ολόκληρη
μέρα περάσαμε κρυμμένοι σε χωράφια από ψηλά καλαμπόκια περιμένοντας τον ήλιο να
πέσει για να ξεκινήσουμε το βραδάκι να πιάσει τις θέσεις που ορίστηκαν. Με το
σούρουπο λοιπόν κινήσαμε λαβαίνοντας όλες τις προφυλάξεις που παίρναμε σε
πορεία από επικίνδυνα μέρη. Με την ψυχή γεμάτη ενθουσιασμό και περηφάνια, δεν
καταλάβαμε πως διασχίσαμε τον κάμπο και φτάσαμε στο δημόσιο. Εκεί εντείνονται
τα προφυλακτικά μέτρα. Στήενται ενέδρα πάνω στο δρόμο κι από τις δύο
κατευθύνσεις. Θα περάοσυμε απέννατι για να καταβληστούμε στο χωριό. Κάρρα
ακούγονται. Ολοι σε συναγερμό. Τα χέρια σφριγγούνε τα όπλα ή τη χειροβομβίδα.
Οι αναπνοές σταματάνε. Μπορείς ν’ ακούσεις την καρδιά σου που χτυπάει μεσ’ το
σκοτάδι. Το κορμί ακίνητο, καλυμένο στο πλάι του δρόμου. Όπως βρέθηκε ο
καθένας. Και τα μάτια να ψάχνουνε ανήσυχα στο σκοτάδι να δούνε τον κίνδυνο και
να προλάβουνε.
-Απάνω παιδιά, τίποτα δεν είναι!
Πάει πέρασε. Χωριάτες που πάνε στο χωριό τους. Τρομάξανε
λίγο οι καημένοι, μα σαν αντικρύσανε αντάρτες το χείλι τους γέλασε και
πάλιψυχή ξανάρθε στον τόπο της. Μας πώς
να μην τρομάξουνε οι καημένοι, αφού τόσα και τόσα τραβούσανε απ’ τους
ταγματαλήτες και τους Παοτζήδες που είχανε ρημάξει την περιφέρεια στη ληστεία
και τις καταστροφές;
Περάσαμε όλοι αντίκρυ, χωρίς να
συμβεί τίποτα άλλο και σε λίγο τόχαμε κόψει στον ύπνο, μια που ξέραμε πως την
άλλη μέρα θα κουραστούμε αρκετά στη μάχη. Πρωϊ- πρωϊ πριν χαράξει, πήραμε
θέσεις.
Μια διμοιρία του 5ου
λόχου έστησε ενέδρα σε απόσταση 1-2 χλμ από την άκρη του χωριού προς την
κατεύθυνση της Βέροιας. Αντικειμενικός σκοπός της ήτανε να χτυπήσει τις τυχόν
ενισχύσεις που θάτρεχαν σε βοήθεια της παγιδευμένης φάλαγγας και να κρατήσει με
κάθε θυσία ωσότου συμπτυχθεί το κυρίως σώμα. Από το έμπα του χωριού και ως
μέσα, κρυμένοι στα σπίτια κατά μήκος του δρόμου και απ’ τις δυό πλευρές
τοποθετηθήκανε τα άλλα τμήματα και τα πολυβόλα. Μια ακόμα διμοιρία του 5ου
λόχου έστησε ενέδρα στην άλλη άκρη του χωριού, με σκοπό τον ίδιο με την άλλη
διμοιρία. Από κει ήτανε ναρθεί βοήθεια γερμανική, όμως λάβαμε όλες τις
προφυλάξεις. Το σχέδιο ήτανε ν’ αφήσουμε τη φάλαγγα να μπει στο χωριό και αφού
δόσει ο αρχηγός το σύνθημα με ένα πυροβολισμό να χτυπήσουμε απ’ όλες τις
πλευρές, ώστε να αιφνιδιαστούνε οι γερμανοί και να εξοντωθούνε τελείως. Θα
προσπαθούσαμε να πάρουμε τα πυρομαχικά, πράγμα απολύτως αναγκαίο για τον
ανταρτοπόλεμο και να λαφυραγωγήσουμε ότι μπορούσαμε.
Το σκοτάδι άρχισε να ξεδιαλύνει
κι η μέρα μας βρήκε νάχουμε πιάσει καλά τις θέσεις μας και με αγωνία να
καρτεράμε τον εχτρό. Τα’ αφτί τσίτωνε να πιάσει και τον παραμικρότερο θόρυβο κι
όλες οι αισθήσεις ήτανε σε επιφυλακή. Κατά τις 9, φάνηκαν από μακρυά σύγνεφα
σκόνης και κάποτε ξεχώρισε η φάλαγγα να κινείται με αποστάσεις μεγαλύτερες από
κάθε άλλη φορά για προφύλαξη και πηγαίνοντας σιγά-σιγά για ν΄ανιχνεύουνε οι
παρατηρητές τα γύρω μέρη. Σε λίγο περνάνε απ’ την πρώτη διμοιρία, μπροστά μας,
χωρίς εμείς να βάλουμε καθόλου. Θάμασταν πάνω-κάτω 15 μέτρα από το δρόμο, μα
καμουφλαρισμένοι καλά μέσα στους θάμνους, που αφθονούνε κει γύρω. Βλέπαμε τα’
αυτοκίνητα να διαβαίνουνε το γεφυράκι δισταχτικά, λες και ξέρανε πως δω πέρα
μύριζε αντάρτης. Επάνω στα κασόνια, στημένα αντιεροπορικά πολυβόλα και οι
σκοπευτές έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο. Πιο πίσω, ακολουθούσανε ρεμούλκες με
εργάτες αιχμαλώτους, ιταλούς που τραγουδούσαν τη «Μαριώ» και γερμανούς- πάνω
από 150 όλοι μαζί. Κι έτσι όταν τα’ αυτοκίνητο που τραβούσε μπροστά έφτασε στο
κέντρο του χωριού, το τελευταίο ακόμα μόλις έμπαινε στο χωριό. Χάρη στην
προβλεπτικότητα όμως των αρχηγών, που είχανε τοποθετήσει τα τμήματα απ’ τη μια
ως την άλλη άκρη του χωριού, θα χτυπηθεί άφοβα η φάλαγγα σ’ όλο το μάκρος.
Ξάφνου πριν ακόμα ο Κολοκοτρώνης
δόσει το σύνθημα, η φάλαγγα στάθηκε απότομα και οι γερμανοί πηδήσανε κάτω.
Φαίνεται θάχανε σκοπό να κλέψουν καμιά κότα ή να πάρουνε νερό, Βγαίνοντας όμως
πάνω στο δρόμο βρεθήκανε μπροστά στ’ αντάρτικα ντουφέκια, που ξεράσανε το
μολύβι τα’ άφτονο στα εχθρικά κορμιά. Αναψε η μάχη. Οι γερμανοί τα χάσανε
τελείως. Απ’ όλες τις μεριές ξερνούσανε φωτιά και σε κάθε βόλι έπεφτε κάτω κ
ένας εχθρός. Το πολυβόλο απ’ το καμπαναριό της εκκλησίας- 3 μέτρα μόλις απ’ το δρόμο-
κελαηδούσε αδιάκοπα. Και να, το πρώτο αυτοκίνητο παίρνει φωτιά. Ουρλιαχτά
χαράς, ανάμιχτα με φωνές τρόμου, ακούγονταν. Ζητωκραυγές για την επιτυχία μας.
Θρήνοι απ’ τους γερμανούς που καίγονται. Παντού ενεδρεύει ο θάνατος. Να που
καίγεται και το δεύτερο αυτοκίνητο. Τώρα, το παν γύρω, γίνεται κόλαση. Είναι τα
πυρομαχικά. Εκρήξεις, αντάρα, φωνές, χαλασμός κόσμου. Η μάχη βρίσκεται στο
κατακόρυφο. Όταν ξάφνου απ’ την άκρη στο δρόμο προς τη Θεσσαλονίκη ακούγονται
νέα πυρά. Μια φάλαγγα από 40-50 αυτοκίνητα γεμάτα στρατό έρχεται απ’ τη
Θεσσαλονίκη. Ένα περίπου γερμανικό τάγμα. Η ενέδρα που η άλλη διμοιρία είχε
στημένη πιάνεται σε μάχη άνιση. Γρήγορα κάμπτεται και συμπτύσσεται.
Η μεγάλη φάλαγγα ζυγώνει να μπεί
στο χωριό. Πρέπει να τη σταματήσουμε. Μας απειλεί με κύκλωση, μια που
χτυπιόμαστε ήδη με την άλλη. Ο αρχηγός βλέπιε τον κίνδυνο. Νοιώθει πως είναι
κρίσιμη η θέση μας. Χύνεται μπρος για να δόσει κουράγιο στα παιδιά. Με κάθε
θυσία πρέπει να καλυφτεί η σύμπτυξη του κυρίως τμήματος που μάχεται μέσα.
Αρχίζει η σύμπτυξη. Στο μεταξύ, καίγονται τα’ αυτοκίνητα τόνα πάνω στ’ άλλο.
Κοντά στα 7 καμένα και 4 καταστρεμμένα. Νίκη μεγάλη, που άλί πληρώνεται ακριβά:
Μία ριπή βρίσκει τον αρχηγό μας. Διαμπερές τραύμα στην κοιλιά Μόλις προφτάνει
να μας πει: Παιδιά με φάγανε. Κάλλιο σκοτώστε με, μα μη μ’ αφήνετε!
Ν΄αφήσουμε ποιον; Τον αρχηγό μας;
Το καλύτερο παλικάρι μας; Τον πατέρα μας, στα σκυλιά; Ποτές! Γιούργια στη
Γιούργια! Απάνω τους, παιδιά να τον πάρουμε! Χυμήξαμε πολλές φορές μέχρι να τον
πάρουμε. Τον τραβήξαμε, τέλος μακρυά απ’ τη μάχη μα βουτηγμένο στο αίμα. Παραμιλάει.
Θέλει να μάθει. Να ιδεί. Να τρέξει κει κάτω. Μα δεν μπορεί. Λιγοθυμάει. Στο
μεταξύ η σύμπτυξη πέτυχε κάτω από την καθοδήγηση και την παλικαριά του καπετάν
Μαρίνου. Συμπτυχθήκαμε ομαλά. Λίγα παληκάρια μόνο λαβωμένα κι αποκλεισμένα δω
και κεί σε κανένα σπίτι μάχονται περικυκλωμένα σ’ ένα πόλεμο μέχρι θανάτου. Ο
θάνατος δεν μπορούσε να τους τρομάξει. Και πεθάνανε με το όπλο στο χέρι, αφού
σκορπίσαμε τον όλεθρο στον εχθρό. Περίπου 120 γερμανών κοίτονται στον τόπο της
ενέδρας και 11 αυτοκίνητα. Ο θάνατος λίγων ανταρτών πληρώθηκε ακριβά. Οι
γερμανοί, όσοι γλύτωσαν θα θυμούνται σ’ όλη τους τη ζωή με τρόμο τη μάχη τούτη.
Μια μάχη πέρα για πέρα παρτιζάνικη
Αρδέα Υπογραφή δυσανάγνωστη»
ΠΗΓΕΣ:
Η συμβολή της Νάουσας στην Εθνική Αντίσταση/Σ. Αποστόλου
Η Εθνική Αντίσταση στο νομό Ημαθίας/Α.Χατζηκώστας